κρασσουλίδες

κρασσουλίδες
οι
βοτ. οικογένεια αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. crassulaceae < αγγλ. Crassula (< μσν. λατ. crassula < λατ. crassus + λατ. κατάλ. -ula) + κατάλ. -aceae].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • μονανθής — ές 1. (για φυτά) αυτός που έχει ένα μόνο άνθος 2. το ουδ. ως ουσ. το μονανθές βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια κρασσουλίδες. [ΕΤΥΜΟΛ. < μον(ο) * ανθής < άνθος), πρβλ. χρυσ ανθής] …   Dictionary of Greek

  • οικολογία — Τμήμα της βιολογίας που μελετά τις σχέσεις των έμβιων όντων μεταξύ τους και ιδιαίτερα με το περιβάλλον στο οποίο ζουν. Πριν από λίγο σχετικά χρόνο, η ο., ως επιστήμη μελέτης, ήταν περιορισμένη στον γεωργικό τομέα, με αντικειμενικό και πρακτικό… …   Dictionary of Greek

  • ρόχια — η, Ν βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών τής νότιας Αφρικής που ανήκει στην οικογένεια κρασσουλίδες τής τάξης σαξιφραγώδη …   Dictionary of Greek

  • σέδο(ν) — το, Ν βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια κρασσουλίδες τής τάξης σαξιφραγώδη και περιλαμβάνει 600 περίπου είδη, από τα οποία 25 απαντούν αυτοφυή στην Ελλάδα, γνωστά με τις κοινές ονομασίες πετρόχορτα, κοχυλόχορτα,… …   Dictionary of Greek

  • σεμπερβίβο — (Sempervivum). Γένος φυτών της οικογένειας των Κρασουλιδών με 15 περίπου είδη. Φυτρώνουν σε ορεινές περιοχές και είναι πόες πολυετείς, σαρκώδεις, χαμηλές, χωρίς μίσχο. Ο βλαστός τους, που φτάνει σε ύψος 5 εκ., σχηματίζεται από τα φύλλα που είναι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”